Εθελοντισμός
Ο όρος «Εθελοντισμός» αναφέρεται γενικά στην ηθελημένη πράξη για κάποιο κοινωφελή σκοπό χωρίς υλικό ή άλλο αντάλλαγμα. Ως εκ τούτου, εθελοντής είναι ο πολίτης που προσφέρει ανιδιοτελώς χρόνο ή γνώση για χρήσιμες δράσεις προς όφελος άλλων, χωρίς να περιμένει αντάλλαγμα. Ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα «εθέλω», που σημαίνει θέλω πολύ.
Ο Εθελοντισμός είναι ευρεία έννοια. Μπορεί να περιλαμβάνει σταθερές και επαναλαμβανόμενες δράσεις μέσα από συγκροτημένα προγράμματα ή οργανώσεις, οπότε συνήθως αποκαλείται ως «επίσημος Εθελοντισμός». Όμως, μπορεί να περιλαμβάνει προσωπικές, πρόσκαιρες και μοναδικές δράσεις, οπότε αποκαλείται ως «ανεπίσημος Εθελοντισμός». Μπορεί επίσης να αφορά τη συμμετοχή σε προγράμματα Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ), κοινωφελών ιδρυμάτων ή Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (π.χ. περιβαλλοντικά προγράμματα, αθλητικά προγράμματα, δασοπροστασία, κοινωνική υποστήριξη κ.ά.), αλλά και ατομικές δραστηριότητες, όπως η εθελοντική αιμοδοσία, η βοήθεια ενός ηλικιωμένου στο δρόμο ή ακόμα και η μετά θάνατον προσφορά μελών του ανθρώπινου σώματος για επιστημονικούς σκοπούς.
Ένας ορισμός που διαδόθηκε μέσα από διαφημιστικό σποτ της Γ.Γ. Νέας Γενιάς για το «Ευρωπαϊκό Έτος Εθελοντισμού» (2011) αναφέρει για τον Εθελοντισμό ότι είναι: «Η με υψηλό αίσθημα ευθύνης και ανιδιοτελή χαρακτήρα προσφορά έργου ή υπηρεσίας που αναλαμβάνει το άτομο μεμονωμένα ή σε ομάδα, με ελεύθερη βούληση, χωρίς την προσδοκία ή απαίτηση υλικού ή άλλου είδους ανταλλάγματος, με σκοπό τη βοήθεια προς το συνάνθρωπο και την κοινωνία ευρύτερα».1
Σύμφωνα με την Ελληνική Ομοσπονδία Μη Κυβερνητικών Οργανισμών, «Εθελοντισμός είναι η πρόθυμη δέσμευση ενός ατόμου να εργαστεί χωρίς αμοιβή για ένα καθορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα για το γενικό καλό της κοινωνίας».2
Στη σύγχρονη εποχή ο Εθελοντισμός έχει καθιερωθεί ως ο θεσμός που συμβάλλει στην αντιμετώπιση των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων, στοχεύει στο συλλογικό όφελος και στη συμμετοχή στα κοινά και καλείται να αναπληρώσει τα κενά που δημιουργούν η αδυναμία του κράτους και οι μηχανισμοί της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους στη χώρα μας πολλές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις3 με πληθώρα εθελοντικών δράσεων και κύρια πεδία εφαρμογής το Περιβάλλον, τον Πολιτισμό, τις Κοινωνικές Υπηρεσίες και Αναπτυξιακά Προγράμματα. Οι περισσότερες από αυτές τις οργανώσεις στηρίζουν τις δράσεις τους στην εθελοντική εργασία, ενώ άλλες συνδυάζουν ένα δίκτυο αμειβομένων στελεχών και εθελοντών.4
Ο Εθελοντισμός δεν είναι απλώς ένας όρος, είναι μια πολυμορφική διαδικασία και στάση ζωής, καθώς επιδρά εποικοδομητικά στο κοινωνικό στερέωμα, αφορά όλους, ανεξαρτήτως κοινωνικών και οικονομικών διακρίσεων, προάγει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην προάσπιση θεμελιωδών δικαιωμάτων και ενδυναμώνει την κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή. Μια εθελοντική δράση στοχεύει όχι μόνο στην πρόσκαιρη αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά, κατά περίπτωση, και στην αντιμετώπιση των αιτίων του, την ενδυνάμωση των επωφελούμενων και τη συνεχή λειτουργία δομών υποστήριξης.
Σημαντικές πρωτοβουλίες – μορφές Εθελοντισμού έχουν αναπτυχθεί από τις τοπικές κοινωνίες σε τομείς όπως η Πολιτική Προστασία (έκτακτες καταστάσεις, θεομηνίες, φυσικές καταστροφές, σεισμοί κ.ά.), η προστασία του Περιβάλλοντος (αντιμετώπιση πυρκαγιών, δενδροφυτεύσεις, αποψιλώσεις, καθαρισμοί ακτών κ.ά.), η βελτίωση δημόσιων χώρων, η διατήρηση και προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Το τελευταίο χρονικό διάστημα της οικονομικής κρίσης και της αποδυνάμωσης του κοινωνικού κράτους έχουν εμφανιστεί νέες μορφές Εθελοντισμού με τοπική δράση, όπως τα δίκτυα ανταλλαγής υπηρεσιών-τράπεζες χρόνου, τα κοινωνικά παντοπωλεία, τα κοινωνικά φροντιστήρια, τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία κ.ά.
1 Δράσε θετικά, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, 2012
http://volunteers.neagenia.gr/index.php?option=com_videoflow&task=cats&id=47&cat=23&tab=one&add=1&Itemid=10&sl=categories&layout=listview
2 Διδάσκοντας τον Εθελοντισμό, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, 2012, σελ. 18.
3 Διατυπώνεται πάντως έντονος σκεπτικισμός για το μεγάλο αριθμό τους.
4 Αυτό συμβαίνει περισσότερο στις ΜΚΟ, παρά σε άλλους φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών, όπως π.χ. τα Κοινωφελή Ιδρύματα.